Το μεγάλο κεφάλαιο γυρίζει την πλάτη στον Ομπάμα.
Μέτωπο με το κεφαλαιούχους και τους ισχυρούς οικονομικούς παράγοντες της αγοράς έχει ανοίξει ο Αμερικανός Πρόεδρος, Μπάρακ Ομπάμα, λίγες μόλις βδομάδες πριν τις κρίσιμες εκλογές για την ανάδειξη των νέων μελών του Κογκρέσου.Το γεγονός δεν είναι ήσσονος σημασίας αν σκεφτεί κανείς ότι οι ίδιοι άνθρωποι που κατηγορούν σήμερα τον Ομπάμα για καταστροφή του κλίματος εμπιστοσύνης στην αγορά και τις επενδύσεις, ήταν αυτοί που προεκλογικά αποτέλεσαν τους κυριότερους οικονομικούς υποστηρικτές και χρηματοδότες της καμπάνιας για την εκλογή του.
Αξίζει να σημειωθεί ότι το Δημοκρατικό Κόμμα στις προεδρικές εκλογές του 2008 απέσπασε από χορηγίες ιδιωτών.. 40 εκατ. Δολάρια, ποσό δηλαδή διπλάσιο από αυτό που κατάφεραν να συλλέξουν ο Τζον Μακ Κέϊν και οι Ρεπουμπλικάνοι.
Η εποχή όμως αυτή έχει παρέλθει- όπως όλα δείχνουν- οριστικά, με το Δημοκρατικό Κόμμα να μετράει σήμερα απώλειες σε συμμαχίες που είχε πετύχει και οι οποίες είχαν συμβάλει αποφασιστικά στην έλευση του Μπάρακ Ομπάμα στο Λευκό Οίκο. Ένα πρόσφατο μανιφέστο που εξέδωσε ο ιδρυτής του Third Point, ενός από τα μεγαλύτερα hedge funds της Αμερικής, απευθυνόμενος προς τους επενδυτές του έρχεται να προσθέσει ακόμα ένα λιθαράκι στην καχυποψία της Wall Street για την ακολουθούμενη οικονομική πολιτική από την αμερικανική κυβέρνηση.
Στο κείμενο εκτοξεύονται ευθείες βολές κατά των αποφάσεων αλλά και τους ύφους της πολιτικής του Ομπάμα που υποσκάπτουν- όπως χαρακτηριστικά αναφέρεται- τους κανόνες και το πλαίσιο λειτουργίας της ελεύθερης αγοράς. Η επίθεση που κάνει στον Αμερικανό Πρόεδρο ο επιχειρηματίας και ιδρυτής του Third Point, Daniel Loeb έχει διττό συμβολισμό. Ο τελευταίος δεν ήταν μόνο συμφοιτητής στη ίδια τάξη του Κολεγίου με τον Μπάρακ Ομπάμα αλλά αποτέλεσε και έναν από τους κύριους χρηματοδότες του που συνέρευσαν προεκλογικά «ζεστό χρήμα» στα ταμεία του Δημοκρατικού Κόμματος.
Σε κύριο άρθρο της η εφημερίδα Washington Post φωτίζει την άλλη πτυχή της κριτικής που ασκείται στον αμερικανό Πρόεδρο. Αν και ελάχιστοι είναι πλέον εκείνοι που διαφωνούν με την άποψη που λέει ότι η αμερικανική κυβέρνηση έχει σημειώσει σημαντικές καθυστερήσεις στην προώθηση αποφάσεων και τομών που έχει ανάγκη η οικονομία της χώρας, ωστόσο η «κωλοτούμπα» συγκεκριμένων οικονομικών παραγόντων κατά των Δημοκρατικών και υπέρ των Ρεπουμπλικάνων εν όψει των εκλογών για το Κογκρέσο δεν έχει μείνει ασχολίαστη…
Το κλίμα στην αγορά της Washington είναι ότι από την κυβέρνηση εκλείπει ένα μακροχρόνιο σχέδιο οικονομικών μεταρρυθμίσεων ικανού να βγάλει οριστικά την οικονομία της χώρας από την κρίση, η οποία- σημειωτέον- μαστίζεται από υψηλά ποσοστά ανεργίας συνοδευόμενη συνοδεύονται με αβεβαιότητα για το αύριο και επιβράδυνση επενδυτικών πρωτοβουλιών, που θα τροφοδοτούσαν την μηχανή της ανάπτυξης.
Αυτό που έχει ιδιαίτερη σημασία είναι το γεγονός ότι εν όψει της επικείμενης κρίσιμης πολιτικής αναμέτρησης για το Κογκρέσο, τα μεγάλα οικονομικά hedge funds βρήκαν την ευκαιρία να λειτουργήσουν εκβιαστικά απέναντι στις αποφάσεις της κυβέρνησης για υψηλότερη φορολόγησή τους, τις περικοπές στις παχυλές αμοιβές των golden boys, την αυστηροποίηση του πλαισίου λειτουργίας της αγοράς.
Οι αποφάσεις στην πολιτική δεν είναι μόνο θέμα timing, αλλά είναι σε άμεση συνάρτηση με το περιρρέον πολιτικό, κοινωνικό και οικονομικό περιβάλλον. Και στη συγκεκριμένη κρίσιμη οικονομική συγκυρία κατά την οποία οι ρυθμιστικοί παράγοντες του παγκόσμιου χρηματοπιστωτικού συστήματος αντιμετωπίζονται πλέον με ιδιαίτερη καχυποψία και επιφυλακτικότητα, ο Αμερικανός Πρόεδρος δεν είχε άλλη επιλογή από να σηκώσει τη σημαία ενάντια στα συμφέροντα που ευνόησαν επί σειρά ετών στρεβλώσεις στο σύστημα των αγορών, με χαρακτηριστικό παράδειγμα την περίπτωση της Goldman Sachs.
Παρ’ όλες τις αντιδράσεις που έχουν προκληθεί με τελευταία την περίπτωση του «μανιφέστου- καταγγελία» του Daniel Loeb, η πολιτική εκτίμηση για τις δυνατότητες που είχε ο αμερικανός Πρόεδρος Ομπάμα να συγκρουστεί με τα κακώς εννοούμενα οικονομικά συμφέροντα των αγορών είναι ότι δεν προχώρησε τόσο μακριά όσο θα μπορούσε δεδομένης τόσο της ιδεολογικής ταυτότητας του κόμματός του όσο και του ευρύτερου πολιτικού κλίματος που είχε διαμορφωθεί ενάντια στην ιδιάζουσα μορφή «δικτατορίας των αγορών».
Αν κάτι χρεώνουν στον Μπάρακ Ομπάμα, ενάμιση σχεδόν χρόνο μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, είναι η απειρία του στη διαχείριση της οικονομίας αλλά και η έλλειψη στελεχιακού δυναμικού στο περιβάλλον του ικανού να του δώσουν τις σωστές κατευθυντήριες γραμμές για να μπορέσει ο ίδιος να κατανοήσει τις ανάγκες του ιδιωτικού κεφαλαίου και πολύ περισσότερο να κερδίσει ξανά την εμπιστοσύνη του επιχειρηματικού κόσμου που έχει απολέσει.
Η κυριακάτικη έκδοση της Washington Post καλεί τους ιθύνοντες του Λευκού Οίκου να διαβάσουν ξανά την κεϋνσιανή θεωρία που επινόησε τον όρο «ζωώδη ένστικτα» (animal spirits) ως παράγοντα που καθορίζει εν πολλοίς τις οικονομικές- και όχι μόνο- αποφάσεις των ανθρώπων, επισημαίνοντας τους ότι «η καλή συνεργασία αμερικανικής κυβέρνησης και ιδιωτικού τομέα θα αποβεί συμφέρουσα και για τις δύο πλευρές».
Θάνος Δημάδης
www.ellispoint.gr